Το αίμα του ανθρώπου κυκλοφορεί μέσα στο κυκλοφορικό σύστημα που αποτελείται από τα αγγεία και την καρδιά που ενεργεί σαν αντλία και εξωθεί το αίμα μέσα στα αγγεία.
Τα αγγεία του κυκλοφορικού συστήματος χωρίζονται σε 3 κατηγορίες : α) τις αρτηρίες, β) τις φλέβες, γ) τα τριχοειδή.
Το κυκλοφορικό σύστημα δεν είναι ένα ανεξάρτητο σύστημα σωλήνων (δηλ. αγγείων) και αντλίας (δηλαδή καρδιάς) αλλά βρίσκεται σε στενή εξάρτηση και δέχεται αλληλοεπιδράσεις συνδεόμενο λειτουργικά και παθολοφυσιολογικά με τα υπόλοιπα συστήματα του οργανισμού όπως το Νευρικό σύστημα – το Πεπτικό σύστημα – τους Ενδοκρινείς αδένες – Αναπνευστικό σύστημα.
ΚΑΡΔΙΑΓΓΕΙΑΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ Βλέπε πίνακα 1

ΚΑΡΔΙΑ
Η καρδιά ανατομικά είναι κοίλο μυώδες όργανο, βάρους 300-350gr. Το μυοκάρδιο δηλαδή ο μυϊκός ιστός της καρδιάς αποτελείται από κυλινδρικές μυϊκές ίνες.
Οι μυϊκές ίνες μυοκαρδίου κόλπων, κοιλιών συνδέονται μεταξύ τους κατά τα άκρα τους. Έτσι η διέγερση ινών μυοκαρδίων μεταδίδεται στις παρακείμενες ίνες αυτομάτως, με τελικό αποτέλεσμα την επέκταση της διέγερσης σε όλες τις μυϊκές ίνες κόλπων και κοιλιών.
Εξωτερικά η καρδιά περιβάλλεται από το ΠΕΡΙΚΑΡΔΙΟ που εμφανίζει 2 πέταλα το περισπλάγχνιον που επικολλάται στο επικάρδιο και το περίτονο.
Κατά την λειτουργία ης καρδιάς τα δύο πέταλα διολισθαίνουν επ’ αλλήλων μέσω μικράς ποσότητας υγρού που περιέχεται φυσιολογικά μεταξύ τους.
Υγρό που βρίσκεται στη σχισμοειδή κοιλότητα που σχηματίζεται μεταξύ περισπλαχνίου και περιτόνου πετάλου.
Οι κοιλότητες της καρδίας καθώς και επιφάνεια των βαλβίδων, καλύπτονται από το ΕΝΔΟΚΑΡΔΙΟ το οποίο αποτελείται από ενδοθηλιακά κύτταρα.
Το μυοκάρδιο διαθέτει το πιο πυκνό δίκτυο τριχοειδών όλου του σώματος.
Η αιμάτωση του σε ηρεμία είναι 220ml/min αποτελεί δε το 4.5% της καρδιακής παροχής από το αίμα αυτό το μυοκάρδιο λαμβάνει 26ml οξυγόνου.
| Σε έντονο μυϊκό έργο το Ο2 που καταναλώνει τομυοκάρδιο φτάνει τα 200ml/min, η δε αιμάτωση του,ξεπερνάει το 1lt 330-400ml αίματος / 100g / min |
Η καρδιά είναι κοίλο όργανο που αποτελείται από 4 κοιλότητες (2 κόλπους : δεξιό και αριστερό – 2 κοιλίες : δεξιά και αριστερή).
Οι κόλποι ξεχωρίζουν από τις κοιλίες με το κολποκοιλιακό διάφραγμα και μεταξύ τους με το μεσοκολπικό διάφραγμα.
Στον αριστερό κόλπο καταλήγουν οι πνευμονικές φλέβες που φέρνουν αίμα από τους πνεύμονες, στον δεξιό κόλπο καταλήγουν η άνω και κάτω κοίλη φλέβα που φέρνουν το αίμα στην καρδιά από όλα τα όργανα του σώματος.
Στο κολποκοιλιακό διάφραγμα υπάρχουν φυσιολογικά 2 ανοίγματα – 2 στόμια μέσα από τα οποία επικοινωνούν οι κόλποι με τις κοιλίες.
Τα στόμια αυτά καλύπτονται με την μιτροειδή βαλβίδα, που κλείνει ερμητικά την επικοινωνία του αριστερού κόλπου προς την αριστερή κοιλία και την τριγλώχινα βαλβίδα που κλείνει ερμητικά την επικοινωνία του δεξιού κόλπου προς την δεξιά κοιλία.
Από την αριστερή κοιλία ξεκινάει η αορτή (η μεγαλύτερη αρτηρία του σώματος) με μεγάλη παθολοφυσιολογική αξία, συμβάλλοντας με την λειτουργία αεροθαλάμου που επιτελεί, στην συνεχή ροή και παροχή αίματος προς την περιφέρεια.
Από την δεξιά κοιλία αρχίζει η πνευμονική αρτηρία.
Η συστολή της καρδιάς καλείται καρδιακός παλμός και αποτελείται από 3 στάδια 1) συστολή κόλπων, 2) συστολή κοιλιών, 3) καρδιακή παύλα.
Η συστολή και διαστολή της καρδιάς γίνεται με το μυοκάρδιο (τον μυϊκό ιστό της καρδιάς).
ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΤΟΥ ΑΙΜΑΤΟΣ
Το αίμα το αρτηριακό, «το καθαρό», το οξυγονωμένο από την αριστερή κοιλία διοχετεύεται στην αορτή. Η αορτή στην πορεία της διακλαδίζεται σε όλο και πιο μικρές αρτηρίες που καταλήγουν τελικά σε αγγεία με πολύ λεπτό τοίχωμα (αγγεία με διάμετρο «τρίχας») που καλούνται τριχοειδή αρτηρίδια.
Από τα τριχοειδή αυτά το αίμα μεταφέρεται στα φλεβίδια και τελικά ακολουθώντας όλο και μεγαλύτερα φλεβικά αγγεία καταλήγει στις δύο μεγάλες φλέβες την άνω και κάτω κοίλη φλέβα που είναι μεγάλα φλεβικά αγγεία που περιέχουν «ακάθαρτο» όχι οξυγονωμένο αίμα και καταλήγουν στο δεξιό κόλπο της καρδίας.
Το τμήμα του κυκλοφορικού συστήματος που αρχίζει από την αορτή και τελειώνει στην άνω και κάτω κοίλη φλέβα λέγεται ΜΕΓΑΛΗ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ.
Από το δεξιό κόλπο τώρα το αίμα διοχετεύεται στην δεξιά κοιλία και μετά στην πνευμονική αρτηρία.
Με την πνευμονική αρτηρία και της διακλαδώσεις της φτάνει το αίμα στα τριχοειδή των πνευμόνων όπου εκεί προσλαμβάνει οξυγόνο, αφήνοντας το διοξείδιο του άνθρακος (CO2) αν αποβληθεί από τους πνεύμονες και με τις πνευμονικές φλέβες φτάνει στον αριστερό κόλπο.
Το παραπάνω τμήμα της κυκλοφορίας καλείται ΜΙΚΡΗ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ.
Εδώ πρέπει να σημειωθούν τα εξής : Όλες οι αρτηρίες του ανθρώπινου οργανισμού περιέχουν και μεταφέρουν αρτηριακό, οξυγονωμένο «καθαρό» αίμα.
Μοναδική εξαίρεση του παραπάνω κανόνα αποτελεί η ΠΝΕΥΜΟΝΙΚΗ ΑΡΤΗΡΙΑ που περιέχει φλεβικό αίμα.
Επίσης όλες οι φλέβες του ανθρώπου μεταφέρουν φλεβικό αίμα, αίμα «ακάθαρτο» όχι οξυγονωμένο.
Η μοναδική εξαίρεση στον παραπάνω κανόνα είναι η ΠΝΕΥΜΟΝΙΚΗ ΦΛΕΒΑ και οι διακλαδώσεις της που περιέχει αρτηριακό αίμα.
Το αίμα σαν υγρό που είναι εξασκεί κάποια πίεση στα τοιχώματα των αγγείων μέσα τα οποία κυκλοφορεί. Η πίεση που εξασκεί το αίμα πάνω στο τοίχωμα των αγγείων ονομάζεται αρτηριακή πίεση.
Η αρτηριακή πίεση δεν παραμένει σταθερή αλλά κυμαίνεται μεταξύ μίας μέγιστης (συστολικής) και μίας ελαχίστης (διαστολικής). Η μέγιστη (συστολική) εκφράζει την καρδιακή συστολή, παροχή και η διαστολική εκφράζει την κατάσταση των αγγείων.
Η πίεση του αίματος που μετρούν οι γιατροί είναι η αρτηριακή πίεση που όπως στη Φυσική μεταφράζεται σε εκατοστά ή χιλιοστά στήλης υδραργύρου.
Μεγάλη σημασία έχει η σωστή εκτίμηση της διαστολικής (ελάχιστης) αρτηριακής πίεσης γιατί με τα όριά της που είναι σταθερά για την κάθε ηλικία, ορίζεται το άτομο σαν υπερτασικό ή όχι.
Οι κύριες λειτουργίες του αίματος είναι : 1) η προσφορά O2 προς τους ιστούς και η μεταφορά CO2 από τους ιστούς προς την καρδιά με σκοπό την επανοξυγόνωσή του με την επαναχρησιμοποίησή του, 2) η μεταφορά διαφόρων ουσιών όπως ορμονών, φαρμάκων, συστατικών του οργανισμού, 3) η συμμετοχή στην οξεοβασική ισορροπία και την θερμορύθμιση του συνόλου οργανισμού.
ΔΙΕΓΕΡΣΗ – ΘΡΕΨΗ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ
Η καρδιά ερεθίζεται για να λειτουργήσει από ερεθίσματα που προέρχονται από τον φλεβόκομβο που είναι περιοχή που βρίσκεται στο τοίχωμα του δεξιού κόλπου.
Ο φλεβόκομβος παράγει ερεθίσματα σε τακτό χρονικό διάστημα (60 – 70 στο λεπτό).
Τα ερεθίσματα αυτά προκαλούνται από την διέγερση του φλεβόκομβου, μοιάζουν με ηλεκτρικό ρεύμα και έτσι γίνεται δυνατή η καταγραφή τους στο ηλεκτροκαρδιογράφημα.
Για να παραχθεί όμως η διέγερση και το συνολικό έργο της καρδιάς απαιτείται κατανάλωση ενέργειας.
Η ενέργεια αυτή προέρχεται από την οξείδωση (καύση) διαφόρων θρεπτικών ουσιών. Οι ουσίες αυτές είναι η γλυκόζη, τα λιπαρά οξέα, τα αμινοξέα, το γαλακτικό οξύ.
Οι οξειδωτικές αυτές αντιδράσεις γίνονται στα μικρά όργανα του κυττάρου που λέγονται μιτοχόνδρια. Τα κύτταρα του μυοκαρδίου του ανθρώπου έχουν άφθονα και μεγάλα μιτοχόνδρια, έτσι οι οξειδωτικές διεργασίες εκτελούνται με μεγάλη ένταση με αποτέλεσμα να μην εμφανίζει η καρδιά ποτέ κάματο.
Βασική επίδραση στη λειτουργία και διέγερση της καρδιάς έχει το αυτόνομο νευρικό σύστημα που χωρίζεται σε συμπαθητικό αυτόνομο Ν.Σ. και παρασυμπαθητικό αυτόνομο Ν.Σ.
Το συμπαθητικό σύστημα προκαλεί :
- Αύξηση στη συχνότητα της λειτουργίας της καρδιάς (αύξηση του αριθμού των συστολών κατά λεπτό) «ΜΑΣΤΙΓΙΟ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ».
- Αύξηση στην ένταση της συστολής του καρδιακού μυός.
- Αύξηση του ποσού του αίματος που εξακοντίζει η καρδιά στα αγγεία (η παράμετρος αυτή είναι συνισταμένη των 1 και 2).
- Συστολή των αγγείων του σώματος εκτός από τα αγγεία του εγκεφάλου και της καρδιάς.
Το παρασυμπαθητικό σύστημα προκαλεί :
- Ελάττωση της συχνότητας λειτουργίας της καρδιάς «ΧΑΛΙΝΑΡΙ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ».
- Ελάττωση της εντάσεως της συστολής της καρδιάς.
- Διαστολή των αγγείων ορισμένων περιοχών του σώματος.
Dr. ΝΙΚΟΣ ΚΑΛΛΙΑΚΜΑΝΗΣ
Ref. : Στοιχεία Φυσιολογίας, Ν. Καλλιακμάνης


